Τα θεμέλια, κατά φύση, μπαίνουν για να αποτελούν τη στέρεα βάση του κάθε οικοδομήματος. Στο οικοδόμημα της ανθρώπινης υπόστασης, η παιδεία αναμφισβήτητα παίζει κυρίαρχο ρόλο.
Αγκωνάρια δε εδράσεως της προσωπικότητας του ανθρώπου αποτελούν τα γράμματα του Δημοτικού.
Το α, το β,… το ένα κι ένα δύο, αλλά και η εμφύσηση της αγάπης προς τη μάθηση, είναι το δια βίου στέρεο προσωπικό κεκτημένο, και δρουν ως συστατικοί παράγοντες της ευδοκίμησης του ατόμου. Μάστορες συντελούντες στη σωστή και επιτυχημένη δόμηση της προσωπικότητας ενός παιδιού δια της σωστής παιδείας και «καλλιέργειας», είναι οι δάσκαλοι.
Τέτοιους, καλούς μάστορες, ευτύχησα να έχω πολλούς στα 22 χρόνια σπουδών μου (απ’ το Δημοτικό, ως τα μεταπτυχιακά), αυτούς που μαζί με τους αλησμόνητους γονείς μου,Χαράλαμπο και Ελπινίκη, κατάφεραν να σμιλεύσουν όπως έπρεπε το χαρακτήρα, την ψυχή, εν τέλει το «είναι» μου. Στο παρόν περιορίζομαι στους δασκάλους, τους ως το Γυμνάσιο (6τάξιο), στο νησί.
Ξεκινώ, απ’ την αξέχαστη Παυλίνα Δεμερτζή, που στα έξι μου μπήκε στη ζωή μου και με έβαλε στα καλούπια που εκείνη αντιλήφθηκε ότι μου ταίριαζαν, για να προχωρήσω όπως προχώρησα στης ζωής μου το διάβα. Μετά, στο Γυμνάσιο, καθηγητές μου πολλοί, μου ενεφύσησαν ως στόχο, το «καλός καγαθός».
Για τους θετικών επιστημών (αείμνηστο Γυμνασιάρχη Γιάνν. Μπουγά, αξέχαστους Λουκ. Λουκίδη και Λευτ. Προκοπίου) δεν θα πω πολλά. Τους οφείλω, την όξυνση της σκέψης μου θετικώς, φυσικο-μαθηματικώς, πράγμα που έδωσε τη δυνατότητα να σπουδάσω, αλλά και κυρίως να σταδιοδρομήσω επιτυχώς ως επιστήμων και επαγγελματίας Μηχανικός.
Περιορίζομαι, στους φιλολόγους. Σ’ αυτούς, οφείλω την όση καλλιέπεια λόγου διαθέτω ως και το ορθό, το συγκροτημένο της γραφής μου.
Ο Λέσβιος καλός φίλος Δημ. Νικορεντζος (Φυσικός ο ίδιος) διαπρεπής ποιητής, δοκιμιογράφος και κριτικός της λογοτεχνίας, προφανώς κρίνοντας με επαρκή, επανειλημμένα μ’ έχει παροτρύνει να τελειώσω τα κάποια ατέλειωτα πονήματά μου, μου έχει περίπου πει «θα δεις, ότι η καταξίωση σου θα απογειωθεί και αυτό σου λέω εκ πείρας».
Ατυχώς δεν το τόλμησα ακόμη (συγγνώμη Δημήτρη, αφού δεσμεύτηκα σχετικώς), ήθελα όμως να πω, ότι την όποια καταξίωση έχω στο νησί, την οφείλω στη γραφή μου.
Στα άρθρα μου στον Λεσβιακό Τύπο (άρχισα απ’ το ’80 περίπου ), στις κατά καιρούς παρεμβάσεις μου στη Διοίκηση, και ακόμη στις όποιες διεκδικητικές καμπάνιες μου προς την Κεντρική εξουσία επί Λεσβιακών θεμάτων.
Αρχίζω, απ’ το Γυμνασιάρχη Βαγγέλη Κακάμπουρα, καθηγητή μου στην έκτη (1963), που το οξυδερκές μάτι του, διέκρινε τι έπρεπε να ρετουσάρει στη γραφή μου, με αποτέλεσμα στις εξετάσεις στο Μετσόβιο, έκθεση, αξιώθηκα βαθμό οκτώ (άριστα, το 10).
Προχωρώ σ’ ένα άλλο δάσκαλό μου, τον Αθανάσιο Τσερνόγλου. Τούτος, μου είχε ξεχωριστή εκτίμηση και πάντοτε ως τη «φυγή» του, μου τηλεφωνούσε υποδεικνύοντάς μου με τη διακριτικότητα που διέθετε κάτι, σε κάποιο δημοσίευμά μου.
Αρχές του ’80, όταν του απεκάλυψα τις σκέψεις μου, τις για το Απολιθωμένο Δάσος (σωτηρία του, κ.λπ.) τις ενστερνίστηκε αμέσως. Συνέβαλε δε τα μέγιστα στην ολοκλήρωση της αντίστοιχης Διακηρύξεως και τέλος, υπογράφοντας μεταξύ των πρώτων, μου εμπιστεύθηκε την υπογραφή του.
Σε άρθρο μου, στην «Αιολίας λόγο» (06/08/2014), περιέγραψα τα σχετικά με τη διακήρυξή μας για τη σωτηρία, διατήρηση και προβολή του Απολιθωμένου Δάσους, που έδρασε καταλυτικά στην έκδοση του Π.Δ. 443/85, ΦΕΚ 160/Β/ 19.9.1985.
Ο ευπατρίδης αυτός Λέσβιος, «όταν απεδήμησε εις Κύριον», άκληρος ων, τη σεβαστή περιουσία του κατέλειπε κυρίως σε ιδρύματα του νησιού μας, και όταν χρειάστηκε ενδιαφέρθηκα, να εκτελεστεί η διαθήκη του κατά την επιθυμία του, πράγμα που τελικά ολοκλήρωσε άριστα, ο φίλος δικηγόρος, Παναγ. Γαλετσέλλης.
Στην προαναφερομένη Διακήρυξη, ομοίως προς τον Αθ. Τσερνόγλου, την υπογραφή του, μου εμπιστεύθηκε και ο Πάνος Λ. Φραγκέλλης, ο οποίος πέραν της συγγένειας και φιλίας μας υπήρξε και δάσκαλος μου.
Για τούτον, δεν θα γράψω κάτι περισσότερο, για να μη θεωρηθεί παραπανίσιο, αφού στο προ δεκαπενθημέρου εδώ άρθρο μου «Ο(Α)ρφίκια, το μαντείο του Ορφέα …» του απέδωσα, νομίζω, τα σ’ αυτόν ανήκοντα.
Γενικά οι σχέσεις μου με τους δασκάλους μου ακόμη και τους Πανεπιστημιακούς, εμπεριείχαν την αμοιβαιότητα και ενείχαν το αίσθημα εκτιμήσεως και τιμής αμφιτεροπλεύρως.
Ο Β. Κακάμπουρας, στον οποίο ενεχείρισα βιβλίο μου (1994), ευτύχησα να μου απαντήσει, ως ακολούθως:
«Αγαπητέ μου Τάκη.
Σου είμαι ευγνώμων, γιατί είχες την καλοσύνη με το πνευματικό σου πόνημα “Πολιτικές ιδέες και κείμενα” να με καταστήσεις κοινωνό των επιστημονικών και πολιτικών ανησυχιών σου, με τις οποίες νομίζω ότι συμφωνούν όλοι οι “ευ φρονούντες” και όσοι πονούν τον τόπο, στον οποίο είδαν το φως του ήλιου.
Το σπουδαιότερο είναι ότι οι θέσεις που προβάλλεις θεμελιώνονται πάνω σε αποδεικτικά στοιχεία, ρεαλιστικά και διατυπώνονται με την πρέπουσα ορθοέπεια και το σωστό χειρισμό της γλώσσας. Έτσι δικαιώνεις τη μόρφωσή σου, τους πολλαπλούς τίτλους σπουδών και δίνεις το δικαίωμα σ’ εμάς τους παλιούς δασκάλους σου να νοιώθουμε την ικανοποίηση ότι ο λόγος μας κάποτε “πίπτει επί την γην την αγαθήν”. Με πολλή αγάπη».
Έχω ξαναγράψει πως, τούτο για μένα απετέλεσε απονομή δεύτερου μου, διδακτορικού .
Αναμφίβολα, χωρίς το σμίλευμα του «είναι» μου απ’ τους γονείς μου και τους δασκάλους μου, σήμερα ίσως ήμουν μετανάστης στο Ουρούντι-Μπουρούντι(;), στη Ζανζιβάρη(;), αλλού (;;) ή θα κρατούσα αλετρόχειρη καλλιεργώντας την πατρογονική μου γη, στα Λάψαρνα.
Τέλος, η Μεγαλεξάνδρειος ρήση «στους γονείς μου οφείλω το ζην και στους δασκάλους μου το ευ ζην» ασφαλώς, δεν θα μπορούσε να ταιριάζει καλύτερα πάσης άλλης στο άτομό μου.
Θα ήταν παράλειψή μου, τέλος, να μη αναφερθώ και στο Χαρίλ. Αργυρόπουλο, που πρωτάκι στο Γυμνάσιο (Άντισσα), μου ενεφύσησε την αγάπη προς την αρχαιοελληνική γραμματεία.
Το παρόν, ας αποτελέσει μνημόσυνο ευγνωμοσύνης και αγάπης σ’ όλους τους προαναφερθέντες (γονείς, δασκάλους) που ήδη βρίσκονται «στας αιώνίους μονάς». Στον αγαπητό μου δε Π. Φραγκέλη, ευχή για μακροημέρευση.>>