Για τα «φόβια» στην Άντισσα, σχετικές μαρτυρίες
Όταν προ έτους δημοσιεύθηκε το άρθρο μου «Το σπίτι της Φωτιάδαινας και τα “Φόβια” στην Άντισσα», (Αιολίας λόγος/ ΕΜΠΡΟΣ,12.12.2020), μου τηλεφώνησε, ο φίλος μου Αριστείδης Κυριαζής (που "χάσαμε" προ μηνών) ο οποίος με την εμπεριστατωμένη επιστημονική του, όπως πάντα, έρευνα, προέβαλε όσο κανείς άλλος και το θέμα «Φόβια». Εκείνο που μου είπε, ήταν ότι με το άρθρο μου αυτό του λύθηκε η απορία, πώς τα άλλα χωριά της περιοχής, όπως Πέτρα, Ερεσός, Μεσότοπος κ.ά., υπέφεραν τα πάνδεινα απ’τους Τούρκους το βασανιστικό μήνα, 8 Νοεμβρίου-8 Δεκεμβρίου 1912, με ληστείες, ξύλο πολύ, δηώσεις, πυρπολήσεις, σκοτωμούς κ.ά., ενώ για το κεφαλοχώρι Τελώνια (Άντισσα) δεν αναφέρεται πουθενά κάτι σχετικό. Το ότι τα Τελώνια έμειναν αλώβητα, κατά πως κατόρθωσε ο γιατρός Φωτιάδης ομιλώντας στους εφορμώντες σ’αυτό Τούρκους στις 16.11.1912, - για το γεγονός της εισβολής αυτής, υπήρξε σχετική ανταπόκριση της εφημερίδας της Μυτιλήνης «Λαϊκός Αγώνας» στο φύλλο της 18.11.1912-, σχολίασε, ότι μόνο μια παρέμβαση γιατρού εκείνη την εποχή, θα μπορούσε να το επιτύχει. Πρόσθεσε δε, ότι η πράξη αυτή του γιατρού Φωτιάδη, ήταν άκρως ηρωϊκή. Τέλος είπε, ότι στην επόμενη φορά που θα έγραφε για τα «φόβια», φυσικά πιό εμπλουτισμένα, θα συμπεριλάμβανε και τα δεδομένα για την Άντισσα, τα κατά το προαναφερόμενο άρθρο μου.
Επίσης, με το φίλο μου Αντώνη Τενέδιο απ’το Σκαλοχώρι, μιλώντας σχετικά με το άρθρο μου αυτό, σχολίαζε το γεγονός της προαναφερθείσης επιδρομής των ατάκτων Τούρκων στα Τελώνια,- κατά την ανταπόκριση αυτή της «Λαϊκός Αγώνας», που αυτούσια είχα συμπεριλάβει στο περσινό άρθρο μου-, μου ανέφερε μια ιστορία, που του την αφηγήθηκε ο πεθερός του, Γιάννης Νίνας. Τούτος, βίωσε αυτή, ως αυτόπτης μάρτυρας. Μετά την απελευθέρωση της πρωτεύουσας Μυτιλήνης, της Νότιας και Ανατολικής Λέσβου(8.11.1912), κάποιοι ευκατάστατοι Τούρκοι Σκαλοχωρίτες, βλέποντες την κατάσταση και φοβούμενοι τα γι’αυτούς χειρότερα, προσπαθούσαν να φύγουν μέσω Σιγρίου, για απέναντι. Μαζί τους είχαν πάρει τον τότε 11χρονο Γιάννη. Έτυχε την ώρα που περνούσαν, έξω απ’τα Τελώνια και βρίσκονταν βορειοδυτικά, εκεί που ο δρόμος οδηγεί προς Ερεσό, Σίγρι, κοιτάζοντας κατά το μέρος που ακουγόταν οχλοβοή, είδε ένα λεφούσι Τούρκων ανταρτών που έρχονταν τρεχάτοι στο δρόμο, απ’τον ανεμόμυλο, βορειανατολικά του χωριού και έμπαιναν σ’αυτό, τουφεκώντας. Τούτη η μαρτυρία, συμπίπτει με τα αναφερόμενα, στην ανταπόκριση της «Λαϊκός Αγώνας». Τελικά ο μικρός Γιάννης, κατάφερε να διαφύγει και με το άλογο του γύρισε στο Σκαλοχώρι, όπου και μονίμως έμεινε, έκανε οικογένεια και έζησε ως τα γεράματά του.
Στην πρώτη αυτή μαρτυρία, έρχεται να προστεθεί και μία δεύτερη που μας είπε, σε επήκοο ομήγυρης συγχωριανών μας, ο 85χρονος, καλοκάγαθος φίλος Σωτήρης Λεόντιος, εφέτος το καλοκαίρι.
Σε μια παρέα στο καφενείο ένα πρωινό, μεταξύ καφέ και αθλουγής, αναφέρθηκε το θέμα «φόβια». Κάποιοι τα ήξεραν, κάποια άλλοι, όχι. Ένας, είχε διαβάσει το περσινό μου άρθρο και άρχισε να ζητά κάποιες διευκρινήσεις για το σπίτι της Φωτιάδαινας, την αυτόπτη και αυτήκοο μάρτυρα του γεγονότος της ομιλίας του γιατρού Βασ.Φωτιάδη προς τους επικεφαλείς του λεφουσιού των 250 Τούρκων που είχαν εισβάλλει στο χωριό, κ.α. Ώς εκείνη τη στιγμή, ο φίλος Σωτήρης που άκουγε αμίλητος, όταν συσχέτισε αυτά που άκουγε μ’εκείνα που του είχε πει ο μακαρίτης πατέρας του, Ευάγγελος, θέλησε να μιλήσει και αποκάλυψε άγνωστα, αλλά ουσιαστικά πράγματα για τα γεγονότα, λέγοντας:
«Μέσα σ’αυτούς τους 250 Τούρκους περιλαμβανόταν και Έλληνες της σχετικής ηλικίας, που ως Τούρκοι πολίτες είχαν στρατολογηθεί στον Τουρκικό στρατό. Μεταξύ αυτών, ήταν και ο συγχωρεμένος, ο πατέρας μου». Εκεί, έπεσε βουβαμάρα μεταξύ όλων μας, που μείναμε να τον κοιτάζουμε άφωνοι. Αυτός το κατάλαβε και συνέχισε:
«Μα δεν ήταν ο μόνος, ήταν και πολλοί άλλοι, απ’άλλα χωριά». «Απ’το χωριό μας» πρόσθεσε , «ο πατέρας μου, θυμούμαι που έλεγε έναν συγχωριανό που είχε κι’αυτός στρατολογηθεί. Ο Στέλιος Παπαϊωσήφ. Μάλιστα τούτος ως πλήρωμα, στο τούρκικο καταδρομικό Χαμιντιέ». Αναφέρεται στην Ιστορία, ότι το Χαμιντιέ, είχε λάβει μέρος στις τότε πολεμικές επιχειρήσεις στη Μαύρη Θάλασσα και στο Αιγαίο, ώς που όλος ο Οθωμανικός στόλος, κατασχέθηκε απ’τις Μεγάλες Δυνάμεις, το 1916.
Και συνέχισε, «όταν οι Τούρκοι μπήκαν στο χωριό, ένας απ’αυτούς που ήταν απ’το Σίγρι, έτρεξε στο σπίτι του … (είπε κάποιο μονοσύλλαβο όνομα, μάλλον παρατσούκλι, άγνωστο σ’όλους μας) και βίασε την κόρη του. Ήταν μια πολύ όμορφη κοπέλα που ο πατέρας της είχε κτήματα στην Τσιλουμούντρα, περιοχή, γειτονική του Σιγρίου. Ο βιαστής Τούρκος που γνώριζε την περιοχή και την οικογένεια, ήξερε την ατυχή κοπέλα και την είχε βάλλει στο μάτι. Αυτή η δυστυχής, μετά την απελευθέρωση, απ’τον καημό και την ντροπή, έπεσε σε βαθειά αρρώστια και τελικά πέθανε.»
Κάποιος του παρατήρησε «Καλά, γιατί δεν την ¨κοπάνησε¨ ο πατέρας σου, να φύγει απ’ τους Τούρκους;». Η απάντηση του αυθόρμητη και απλή: «Θα τον κήρυτταν λιποτάκτη, θα τον κυνηγούσαν και θα τον τουφέκιζαν».
Τέλος έχουμε και τη μαρτυρία απ’τον «Ταχυδρόμο» Κωνσταντινουπόλεως, το 1903.Από το ρεπορτάζ «ΜΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΤΟΥ 1903 ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΑ/ΒΟΡΕΙΟΔΥΤΙΚΗ ΛΕΣΒΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ», στα «ΛΕΣΒΙΑΚΑ», τόμος 26, Σελ. 43,44, «Εν Τελωνίοις τη 10 Ιουλίου 1903», αναφέρεται: «…Η δημογεροντία εξ επιλέκτων συγκροτουμένη πολιτών, εν ώ και ο κ. Βασίλειος Φωτιάδης, ιατρός αρτίας κοινωνικής μορφώσεως και παράγων εν τω τόπω χρησιμότατος, όστις …»
Απ’αυτό, βλέπουμε ότι το 1903, δηλ. εννιά χρόνια προ του περιγραφομένου στο άρθρο μου ιστορικού γεγονότος της παρέμβασής του Βασίλη Φωτιάδη προς τους Τούρκους αντάρτες, τούτος ήταν ένας εκ των δημογερόντων των Τελωνίων.
Μήπως και το 1912 ήταν και τότε δημογέροντας; Αν ναι, η ερώτηση που γεννάται είναι, μήπως μίλησε προς τους Τούρκους αντάρτες και μ’αυτή την ιδιότητα σε συνδυασμό και μ’εκείνη του γιατρού, που ανέφερα στο εν λόγω άρθρο μου; Πάντως, με όποια ιδιότητα κι αν ομίλησε, το γεγονός είναι ότι τα Τελώνια δεν πυρπολήθηκαν και οι κάτοικοί τους (εκτός της τραγικής περιπτώσεως που προανέφερα) ουδέν έπαθαν, παρ’ όλο ότι ως την νικηφόρο μάχη στον Κλαπάδο παρενεβλήθη χρόνος εικοσιδύο ημερών. Κατά την Ιστορία, η Άντισσα απελευθερώθηκε στις 18.12.1912.
Θεωρώ ότι ανήκει, τιμή και δόξα, στο γιατρό Βασ. Φωτιάδη, οικογενειάρχη με τέσσερα παιδιά, που αδιαφορώντας για το τι θα μπορούσε να υποστεί από το μανισμένο αυτό Τούρκικο όχλο, με γενναιότητα μπήκε μπροστά, μίλησε στους επικεφαλείς τους και κατάφερε να σώσει το χωριό του και τους συγχωριανούς του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου