Μπορεί η ακτοπλοΐα, να συμβάλλει στην Τουριστική ανάπτυξη της Λέσβου;
Ο πραγματισμός, προκειμένου να εξάγει συμπεράσματα, χρησιμοποιεί πολλές φορές τη μέθοδο της σύγκρισης. Σύγκριση τόπων, σύγκριση πραγμάτων, σύγκριση γεγονότων, σύγκριση διεργασιών, κ.λπ. Συγκρίσεις για το νησί μας κάνω με άλλα νησιά του αρχιπελάγους μας, αναφορικά με συντελεστικά στοιχεία της προόδου και ανάπτυξη αυτών. Λ.χ. έχω πολλές φορές αναφερθεί στη Ρόδο σε σύγκριση με τη Λέσβο ως προς την ηλεκτρική τους επάρκεια και την κίνηση των αεροδρομίων τους. Κάποια φορά, αναφέρθηκα και στην Κρήτη συγκρίνοντας τις υποδομές τους(οδικούς άξονες, αεροδρόμια, φράγματα, ηλεκτρική επάρκεια). Το συμπέρασμα μου είναι ότι το νησί μας, ατυχώς, υπολείπεται έναντι αυτών των μεγαλονήσων μας κατά πολύ σχετικώς, και τούτο οδηγεί στο να εξηγείται εύκολα γιατί το νησί μας έχει δομικά πιά, ως μόνιμο χαρακτηριστικό του, την υπανάπτυξη.
Σήμερα θα ασχοληθώ με έναν άλλο θεμελιώδη συντελεστικό παράγοντα της ανάπτυξης ενός νησιού. Την ακτοπλοΐα. Θα κάνω δε σύγκριση αυτής, του νησιού μας με εκείνη της Κρήτης. Είναι προφανές, ότι ο αριθμός των πλοίων που εξυπηρετούν ένα νησί, η συχνότητα πηγαινοερχομού τους σ’αυτό, και βέβαια τα ναύλα (επιβατών, προϊόντων, οχημάτων) είναι βασικές παράμετροι, που συντελούν στο να καθορίζουν την προς το νησί αυτό επιβατική κίνηση. Η κίνηση των μονίμως κατοικούντων σ’ένα νησί ως και των καταγομένων απ’αυτό της Αθήνας, κ.αλ. (εσωτερικός τουρισμός), είναι καθορισμένη, σχεδόν σταθερή ανά χρόνο. Τούτο φυσικά ισχύει και για τη Λέσβο. Αύξηση των μετακινουμένων με την ακτοπλοΐα προ το νησί μας πέραν των μονίμων κατοίκων και των εκτός αυτού εγκατεστημένων, σημαίνει αύξηση της κινήσεως επισκεπτών του. Εκ του ότι η Λέσβος, όπως επανειλημμένως έχω γράψει, κατά το παρελθόν την ανάπτυξή της την εξασφάλιζε κυρίως μέσω της αξιοποίησης της πρωτογενούς της παραγωγής της(γεωργία, ελαιοκαλλιέργεια, κτηνοτροφία), δευτερευόντως δε μέσω της μεταποιήσεως των προϊόντων της πρωτογενούς παραγωγής της (σαπωνοποιία, ουζοπαραγωγή, βυρσοδεψία, κ.λπ.). Σήμερα ατυχώς έχει χάσει αυτά τα ερείσματα, λόγω της επάρατης παγκοσμιοποιήσεως και της συναφούς απώλειας της ανταγωνιστικότητάς των προϊόντων της. Έτσι, το μόνο που μένει είναι οι υπηρεσίες (Τουρισμός).
Δηλ. εκείνο που χρειάζεται το νησί μας προκειμένου να ανακάμψει αναπτυξιακά, είναι μόνο η Τουριστική κίνηση. Μάλιστα, αυτή να προέρχεται από τουρίστες, αλλοδαπούς, αλλά και από άλλα μέρη της χώρας ημεδαπούς. Λαμβάνοντας δε υπ’ όψη ότι ο αριθμός των Τουριστών που έρχονται στο αεροδρόμιο μας, «Οδυσσέας Ελύτης», ως μικρό επαρχιακό, είναι εξ αντικειμένου σχετικά μικρός, αυτό που προφανώς είναι ζητούμενο είναι η αύξηση αυτή να προέλθει μέσω ακτοπλοΐας.
Όμως τούτο δυστυχώς δεν συμβαίνει. Σήμερα, κυρίως για δύο βασικούς λόγους. Πρώτος, ο «κακο-ονοματισμός» του νησιού εκ των περιπετειών του με το μεταναστευτικό/προσφυγικό απ’το ’14 και μετά. Παρ’όλη τη δημοσιότητα που πήρε η Λέσβος τότε, με τον ερχομό του Πάπα, του Πατριάρχη, διαφόρων μεγάλων διασημοτήτων, πολιτικών και διπλωματών τίποτε δεν της πιστώθηκε θετικό. Έτσι το τουριστικό κύμα αντί να αυξηθεί έναντι αυτού προ του ’14, συνέβη το αντίθετο. Δεύτερος, το μεγάλο πλήγμα το εκ του κορονοϊού. Παρ’όλα αυτά, η έλλειψη διαθεσιμότητας εισιτηρίων στην περίοδο του διμήνου Ιουλίου-Αυγούστου είναι βασανιστική, αφού για να βρεις ένα εισιτήριο απαιτείται υψηλής στάθμης μέσο. Σήμερα μία μόνο εταιρεία εξυπηρετεί το νησί, ατυχώς. Τούτο συνεπάγεται μονοπωλιακή κατάσταση της καλύψεως των ακτοπλοϊκών αναγκών μας.
Προσπαθώ να θυμηθώ το πως ήταν τα σχετικά πράγματα παλαιότερα. Ανάγοντας τη θύμησή στα γυμνασιακά μου χρόνια, τη δεκαετία του ’60, το νησί μας το εξυπηρετούσαν περισσότερες της μιάς ναυτιλιακές εταιρείες. Θυμούμαι τις εταιρείες Ποταμιάνου, Νομικού, κ.άλ. Τα πλοία τους ήταν τα από την Ιταλία δοθέντα ως αποζημίωση μας για τον Β! Παγκόσμιο πόλεμο, Καραϊσκάκης, Κανάρης και Μιαούλης της εταιρείας Νομικού και το Κολοκοτρώνης της Ποταμιάνου. Έτσι, υπήρχε μεταξύ τους, ανταγωνισμός. Μετά, υπήρξαν άλλα πλοία άλλων πλοιοκτητών, όπως το αξέχαστο «Άδωνις».
Όλες οι σχετικές λύσεις δεν εξυπηρετούσαν κατά τρόπο ικανοποιητικό το ακτοπλοϊκό μας πρόβλημα, κι έτσι αρχές της δεκαετίας του ’70 υπήρξε η φιλόδοξη προσπάθεια της λύσεως του, με τη δημιουργία της εταιρείας λαϊκής βάσεως, Ναυτιλιακή Εταιρεία Λέσβου(ΝΕΛ). Τούτο, είχε ευρεία απήχηση σ’όλο το νησί. Τα πλοία της πολλά, αρχικά το ΣΑΠΦΩ. Μετά ακολούθησαν, το Αρίων, το Μυτιλήνη, Άγιος Ραφαήλ, Θεόφιλος και τα ταχύπλοα Αίολος Εξπρές και Αίολος Κεντέρης. Επί τριάντα και πλέον χρόνια, τα καράβια της ΝΕΛ παρείχαν αξιόπιστες υπηρεσίες στο νησί μας και τον κόσμο του. Ατυχώς θέματα οικονομικής φύσεως και ανυπέρβλητα σχετικά εμπόδια είχαν ως αποτέλεσμα η εταιρεία να περιέλθει σε κατάσταση οικονομικής ασφυξίας και τελικά έπαψε να υπάρχει, το 2015.
Σήμερα, ως προείπα, η ακτοπλοϊκή εξυπηρέτηση του νησιού μας γίνεται από μία μόνο εταιρεία δηλ. δεν υπάρχει ανταγωνισμός.
Εν αναφορά προς την Κρήτη, (εστιάζω στο νομό Ηρακλείου), εκεί υπάρχουν δύο εταιρείες που τα πλοία τους καθημερινώς εξυπηρετούν ταυτόχρονα, το νομό. Έτσι αναπτύσσεται μεταξύ τους ανταγωνισμός και οι τιμές των εισιτηρίων έχουν διαμορφωθεί τέτοιες που να μη είναι απωθητικές για τον ταξιδιώτη. Επειδή πρόσφατα ταξίδεψα οικογενειακώς στη Λέσβο(Σίγρι) αλλά και στην Κρήτη, διαπιστώνω ότι τα εισιτήρια, τα προς το νησί μας είναι πολύ ακριβότερα. Για αυτοκίνητο 88,50% ( 52 Ευρώ έναντι 98 Ευρώ), για επιβάτη 77,5 % (29 Ευρώ έναντι 51,50 Ευρώ). Όταν υπάρχουν τέτοιες διαφορές εισιτηρίων, προφανώς, ο επισκέπτης που έχει να επιλέξει μεταξύ Κρήτης και Λέσβου, ασφαλώς και θα απορρίψει, ασυζητητί, το νησί μας.
Ακούγονται φωνές ότι αν ο Τουρισμός, μετά την μάστιγα του κορονοϊού, επανακάμψει και φθάσει στα επίπεδα της κινήσεως του 2019, τότε και το νησί μας θα πρέπει να επιδιώξει να έχει μέρος της πίττας, σ’αναλογία προς τον πληθυσμό του. Δηλ. οι στη χώρα τουρίστες αναμένονται να είναι της τάξεως των τριάντα εκατομμυρίων, που σημαίνει για το νησί μας, αναλογικά, περί τις τριακόσιες χιλιάδες, πέραν αυτών του εσωτερικού τουρισμού (λεσβιακής καταγωγής και λοιπών). Για να γίνει κάτι τέτοιο, είναι ηλίου φαεινότερο είναι ότι τα εισιτήρια προς το νησί μας θα πρέπει να γίνουν ανταγωνιστικά έναντι των τιμών των εισιτηρίων άλλων νησιών. Αν υπάρχουν διαφορές τιμών όπως οι προαναφερθείσες, σίγουρο είναι ότι ο ερχομός ξένων τουριστών στο νησί μας σε αριθμούς τόσο μεγάλους ουδέποτε θα επιτευχθεί.
Ανυπερθέτως πρέπει να βρεθεί τρόπος τα προς τη Λέσβο εισιτήρια να γίνουν ανταγωνιστικά. Αλλιώς ο Τουρισμός στο νησί μας, θα μένει πάντα υποτονικός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου